Ο εκφοβισμός ή παρενόχληση θεωρείται οποιαδήποτε πράξη επιθετικότητας, τρομοκρατικής ή αυταρχικής συμπεριφοράς που πραγματοποιείται μέσω φυσικής παρουσίας κι η οποία επαναλαμβάνεται ανά τακτά ή άτακτα χρονικά διαστήματα. Ο στόχος της μη αποδεκτής αυτής συμπεριφοράς είναι ο επιτιθέμενος να επιβληθεί και να προκαλέσει προσωπική μείωση, σωματικό ή ψυχικό πόνο στο άτομο (ή στην ομάδα προσώπων) που την υφίσταται.
Πιο συγκεκριμένα, μέσω του bullying, ο θύτης προσπαθεί σκόπιμα και απρόκλητα να προσβάλει, να ενοχλήσει, να δυσφημίσει, να γελοιοποιήσει, να εκθέσει αρνητικά, να αποκλείσει κοινωνικά ή να απειλήσει έναν άλλο συνάνθρωπο του ή παιδί.
Γράφει η Χαρίκλεια Μανουσάκη
Επιστημονική Συνεργάτης σε θέματα Ψυχικής Υγείας κι Επικοινωνίας
Ποια παιδιά κινδυνεύουν περισσότερο;
Θα ήταν πιο χρήσιμο, εάν εξετάζαμε την πλευρά του ατόμου που ασκεί bullying, ως ένα παιχνίδι «εξουσίας» κι ως ανάγκη επιβολής ισχύος, μέσω της μείωσης και της περιφρόνησης αθώων θυμάτων. Οι άνθρωποι που ασκούν εκφοβισμό, είναι σχεδόν βέβαιο ότι έχουν μειωθεί, απαξιωθεί ή/και εγκαταλειφτεί στα πρώιμα παιδικά τους χρόνια. Ως αντιστάθμισμα της δυσφορίας τους, μειώνουν και τρομοκρατούν άλλους ανθρώπους, κρύβοντας τα βαθύτερα συναισθήματα τους.
Ουσιαστικά, είναι άτομα που εκφορτίζουν τη δυστυχία τους σε άλλους. Συνήθως, δεν νιώθουν καμία υπευθυνότητα για τις πράξεις τους, έχουν συχνά την ανάγκη να ελέγχουν τους άλλους, να επιβάλλονται, να κερδίζουν, ενώ αδυνατούν να αναγνωρίσουν και να κατανοήσουν τα συναισθήματα των συνανθρώπων τους.
Παρά ταύτα, είναι εξαιρετικοί παρατηρητές της ανθρώπινης συμπεριφοράς και πάντοτε επιλέγουν προσεκτικά τα θύματα τους: Επιλέγουν εκείνους που εκφράζονται αδύναμα, που βρίσκονται σε μεταβατικό στάδιο, που δείχνουν «ανοχύρωτοι». Οι θύτες χρησιμοποιούν τη «διαφορετικότητα», για να δικαιολογήσουν τη συμπεριφορά τους, να στοχοποιήσουν τα θύματα τους και να τα κάνουν να νιώσουν αμήχανα ή άσχημα.
Το πραγματικό πρόβλημα δεν είναι η «διαφορετικότητα» του θύματος, αλλά ο ίδιος ο θύτης που νιώθει φθόνο, θυμό, φόβο, ανασφάλεια, δυστυχία.
Είναι σημαντικό να έχουμε πάντοτε στο μυαλό μας ότι η κοινωνία χρειάζεται τη διαφορετικότητα, γιατί είναι αυτή που μας κάνει μοναδικούς και μας επιτρέπει με ξεχωριστό τρόπο να αντιλαμβανόμαστε και να συνεισφέρουμε σε αυτήν.
3. Η οικογένεια ποια σημάδια μπορεί να αναγνωρίσει στο παιδί της που δέχεται κακοποίηση;
Η οικογένεια θα παρατηρήσει αλλαγή σε συνήθειες και συμπεριφορές, όπως απομόνωση, αυξημένη παθητικότητα, άρνηση να πάει σχολείο ή σε άλλες δραστηριότητες, αλλαγές στο σώμα του (πχ μελανιές), απότομη πτώση στις σχολικές επιδόσεις, επανειλημμένη απώλεια προσωπικών αντικειμένων, εκτέλεση πράξεων αντίθετων με το χαρακτήρα του παιδιού, δείγματα κατάθλιψης, φόβου, αίσθηση ανασφάλειας, απώλεια εμπιστοσύνης στον εαυτό, κ.α. Εκτός των ψυχολογικών διαταραχών ή των διαταραχών συμπεριφοράς, μπορεί να παρουσιαστούν και ψυχοσωματικά προβλήματα, όπως παράπονα για αδιαθεσίες, πονοκεφάλους ή κοιλιακά άλγη. Ακόμα, μπορεί να εμφανιστούν περιστατικά νυκτερινής ενούρησης, διαταραχές ύπνου, άγχος, χαμηλή αυτοεκτίμηση, άλλες γενικές φοβίες, κ.α.