Απαράδεκτη κατά το περιεχόμενο της χαρακτηρίζει την επιστολή που εστάλη από το ΔΣ του Συλλόγου Αποφοίτων ΕΠΑΘ Ξάνθης προς τον Υπουργό Παιδείας το ΔΣ του Συλλόγου Αποφοίτων ΕΠΑΘ Ροδόπης Έβρου με αντίστοιχη δική του.
Ο σύλλογος Ροδόπης Έβρου εκφράζει τη στήριξή του στις αλλαγές στον τομέα της μειονοτικής εκπαίδευσης και μιλά για συνδικαλιστικό παιχνίδι εντυπώσεων με απώτερο στόχο όχι την αναβάθμιση της μειονοτικής εκπαίδευσης αλλά τη στόχευση συγκεκριμένων θεσμικών προσώπων από πλευρά του συλλόγου Ξάνθης
Ολόκληρη η επιστολή έχει ως εξής:
«Το Διοικητικό Συμβούλιο του Συλλόγου Δασκάλων Αποφοίτων Ειδικής Παιδαγωγικής Ακαδημίας Θεσσαλονίκης (Ε.Π.Α.Θ.) Ν. Ροδόπης – Ν. Έβρου σας εύχεται κατ’ αρχάς καλή επιτυχία στο δύσκολο έργο που έχετε αναλάβει, με τον πλέον σαφή τρόπο ότι ο Σύλλογός μας θα στηρίξει αποφάσεις και προτάσεις, οι οποίες κινούνται προς την ορθή κατεύθυνση, ευελπιστώντας παράλληλα να διατηρηθεί η θεσμική επικοινωνία του Συλλόγου μας και με την νέα πολιτική ηγεσία του Υπουργείου και των οργάνων του.
Περαιτέρω, το Διοικητικό Συμβούλιο του Συλλόγου μας, σε πρόσφατη τακτική συνεδρίασή του, αποφάσισε ομόφωνα να απευθυνθεί προς υμάς και δια της παρούσας να σας γνωστοποιήσει Eπιστολή – Υπόμνημα:
Αξιότιμε κύριε Υπουργέ,
Αποτελεί χρέος μας να σας απευθύνουμε την παρούσα κατόπιν της απαράδεκτης κατά το περιεχόμενο επιστολής, η οποία σας εστάλη από το ΔΣ του ομολόγου Συλλόγου της Ξάνθης. Πραγματικά, απορούμε και μαζί με μας απορεί και όλη η Μειονότητα για την σκοπιμότητα αλλά και το περιεχόμενο του συγκεκριμένου εγγράφου, καθώς, όπως σας έχουμε ήδη εκθέσει επισήμως με προγενέστερο έγγραφό μας, οι αλλαγές που επήλθαν στην μειονοτική εκπαίδευση τυγχάνουν της καθολικής αποδοχής της Μειονότητας. Οι διατάξεις της τροπολογίας αποτελούσαν πάγια αιτήματα ετών και ως εκ τούτου ευχαριστούμε την Ελληνική Πολιτεία, η οποία για πρώτη φορά ενέσκηψε με σοβαρότητα στα προβλήματα και με ειλικρινή διάθεση ισονομίας και ισοπολιτείας ενέταξε τους μειονοτικούς δασκάλους στο σύστημα διοίκησης της εκπαίδευσης. Είναι δε απορίας άξιον ποιοι και γιατί μιλούν εκ μέρους της Μειονότητας, εκκινώντας συζητήσεις, οι οποίες αποβαίνουν εις βάρος της μειονοτικής εκπαίδευσης όταν μάλιστα εμφανίζονται ως τιμητές πραγμάτων και καταστάσεων που επέλυσαν χρόνια θεσμικά προβλήματα στην εκπαίδευση. Στο σημείο αυτό δέον όπως αναφερθεί ότι για πρώτη φορά ο Σύλλογος Ξάνθης αντιδρά, όπως αναφέρει στο κείμενό του, σε συγκεκριμένες διατάξεις της τροπολογίας και όχι στο σύνολό της, όπως έκανε μέχρι το πρόσφατο παρελθόν. Βεβαίως, όπως φαίνεται από το κείμενο που σας απέστειλε, αντικείμενο της επιστολής αυτής δεν είναι οι θεσμικές μεταρρυθμίσεις που επήλθαν, αλλά με προφάσεις εν αμαρτίαις, άγεται σε ένα συνδικαλιστικό παιχνίδι εντυπώσεων με απώτερο στόχο όχι την αναβάθμιση της ΜΕΙΟΝΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ, αλλά τη στόχευση συγκεκριμένων θεσμικών προσώπων.
Ειδικότερα, στοχοποιείται αδίκως ο Περιφερειακός Διευθυντής Εκπαίδευσης κ. Μελισσόπουλος, τον οποίο κατηγορεί ο Σύλλογος ότι εισηγήθηκε στον Υπουργό τους Μουσουλμάνους εκπαιδευτικούς που τοποθετήθηκαν ως Σχολικοί Σύμβουλοι. Πράγματι, αυτό έγινε χωρίς να υπάρξει δημόσια εκδήλωση ενδιαφέροντος από τους Μειονοτικούς Εκπαιδευτικούς, πλην, όμως, αυτό συνέβη σε ένα μεταβατικό στάδιο πρώτης εφαρμογής του νόμου, γεγονός που ισχύει άπαξ και ενόψει της ουσιαστικής ανάγκης για ομαλή μετάβαση στο νέο θεσμικό πλαίσιο. Η τοποθέτηση των συγκεκριμένων σχολικών συμβούλων, αξίων, καταρτισμένων, προσοντούχων και προβεβλημένων στελεχών της μειονοτικής εκπαίδευσης σηματοδοτεί την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης Πολιτείας και Μειονότητας, και κατά κάποιο τρόπο λειτουργεί ως θετικό μέτρο επιβράβευσης και αναγνώρισης των αγώνων της Μειονότητας. Ως εκ τούτου, ο Περιφερειακός Διευθυντής, λειτούργησε θεσμικά και με αντικειμενικότητα, πράττοντας απλώς το καθήκον του κατά το νόμο. Αναφέρεται δε εκ μέρους του Συλλόγου της Ξάνθης ότι υπήρξαν έντονες αντιδράσεις από τους Μειονοτικούς συναδέλφους Νομού Ροδόπης και Νομού Έβρου, μετά την επιλογή των εν ενεργεία Σχολικών Συμβούλων. Ωστόσο, ούτε ο Σύλλογος Ροδόπης- Έβρου ούτε κάποιος συνάδελφος δεν έχει καταθέσει κάποιο έγγραφο ούτε προς την Περιφερειακή Διεύθυνση Εκπαίδευσης Αν. Μακεδονίας και Θράκης, ούτε προς το Σύλλογο Ροδόπης- Έβρου ως προς το θέμα αυτό. Και οφείλουμε να σας καταστήσουμε γνωστό ότι είναι τιμή για το Σύλλογο Ροδόπης - Έβρου να έχει μέλη, τους κ. Δερντιμάν Μεχμέτ, Νιζάμ Αχμέτ αξιόλογα και με αποδεδειγμένη παιδαγωγική επάρκεια, ικανά να καταλαμβάνουν καίριες θέσεις στην διοίκηση της εκπαίδευσης. Σε τι λοιπόν αναφέρεται ο Σύλλογος της Ξάνθης; Οι πολιτικές σκοπιμότητες και οι κρυπτόμενες στοχεύσεις του Δ.Σ. του Συλλόγου της Ξάνθης οφείλουν να μείνουν εκτός μειονοτικής πολιτικής, καθώς αυτή οφείλει να ίσταται υπεράνω κομμάτων και των όποιων τυχόν μικροπολιτικών ή συνδικαλιστικών αλλά και τοπικιστικών σκοπιμοτήτων. Στο πλαίσιο αυτό, είμαστε υποχρεωμένοι να σας καταστήσουμε γνωστό ότι τόσο ο Περιφερειακός Διευθυντής, ως εισηγητής των μεταρρυθμίσεων που επήλθαν, όσο και οι τοποθετημένοι σχολικοί σύμβουλοι τυγχάνουν της απολύτου αποδοχής της καθολικής πλειοψηφίας της Μειονότητας. Οφείλουμε δε να χαιρετίσουμε το γεγονός ότι με αυτό το νομοθέτημα τοποθετούνται ήδη γύρω στους 30 εκπαιδευτικούς της Μειονότητας είτε στα υπηρεσιακά συμβούλια είτε ως σχολικοί σύμβουλοι είτε ως συνεργάτες των Διευθύνσεων Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, για πρώτη φορά στην ιστορία. Και όλα τούτα με τις πρωτοβουλίες του Περιφερειακού Διευθυντή.
Περαιτέρω, δια του προμνησθέντος εγγράφου του Δ.Σ. του Συλλόγου Ξάνθης, ζητείται η εφαρμογή των αντικειμενικών κριτηρίων για την επιλογή των Σχολικών Συμβούλων Μειονοτικού Προγράμματος, των ίδιων, δηλαδή, αντικειμενικών κριτηρίων την εφαρμογή των οποίων αρνήθηκε στην περίπτωση επιλογής διευθυντών και υποδιευθυντών των Μειονοτικών Σχολείων, υποστηρίζοντας το θεσμό της αρχαιότητας. Είναι φανερό, λοιπόν, οι στοχεύσεις που υφίστανται, επισημαίνοντας ότι εκ των πραγμάτων το Δ.Σ. του ως άνω Συλλόγου δεν έχει σταθερή άποψη, αλλά αντίθετα επιθυμεί την προσαρμογή των νόμων στις δικές του επιθυμίες και στα δικά του κατά καιρούς συμφέροντα. Όμως, με τον τρόπο αυτό δεν αναβαθμίζεται η Μειονοτική Εκπαίδευση, ούτε ενισχύεται η αξιοκρατία στις διαδικασίες επιλογής εκπαιδευτικού και διοικητικού προσωπικού. Αν τώρα δια της επιστολής εκφράζεται μία έμμεση πικρία, γιατί τάχα αδικούνται τα μέλη του από την επιλογή των εν ενεργεία Σχολικών Συμβούλων, το γεγονός ότι δεν επελέγη κάποιο από τα μέλη του ή δεν επιλέχθηκε κάποιος από τον Νομό Ξάνθης, δεν καθιστά τις επιλογές που έγιναν μη αποδεκτές ή μη νόμιμες, αντιθέτως αποδεικνύει την σκοπιμότητα της επιστολής. Εξ άλλου, ποτέ η επιλογή των Σχολικών Συμβούλων δε γίνεται με βάση την εντοπιότητα.
Εν όψει των ανωτέρω, αξιότιμε κύριε Υπουργέ, δεν υφίσταται ουδεμία άδικη διάκριση εις βάρος των μελών του Συλλόγου Ξάνθης και κατά συνέπεια κακώς οι συνάδελφοι μετατρέπουν το θεσμικό αυτό ζήτημα σε τοπικό, υποβαθμίζοντας με τον τρόπο αυτό την προσπάθεια αναβάθμισης της Μειονοτικής Εκπαίδευσης για την οποία η τελευταία τροπολογία αποτελεί το πρώτο πραγματικά σοβαρό βήμα μετά από χρόνια από την πλευρά της Ελληνικής Πολιτείας. Οφείλουμε δε να σημειώσουμε ότι η τροπολογία αυτή όχι μόνον δεν δημιουργεί προβλήματα, όπως ο Σύλλογος Ξάνθης λαθεμένα ισχυρίζεται, αντίθετα ήρθε επιτέλους να δώσει λύσεις σε προβληματικές καταστάσεις, τις οποίες ο Σύλλογος Ροδόπης – Έβρου είχε πολλαπλώς επισημάνει με έγγραφά του στους Υπουργούς Παιδείας κάθε Κυβέρνησης τα τελευταία δέκα περίπου χρόνια. Αντί λοιπόν να χαιρετίσουμε την προσπάθεια αυτή και ενωμένοι μέσα από συνεργασία και διάλογο να προσπαθήσουμε να βελτιώσουμε τα τυχόν προβληματικά σημεία, η Διοίκηση του Συλλόγου της Ξάνθης περνάει σε μια επίθεση, άδικη τόσο για τα άμεσα εμπλεκόμενα θεσμικά πρόσωπα, όσο και για την ίδια την τροπολογία.
Σε ότι δε αφορά την διδασκαλία των ελληνικών από δασκάλους Μειονοτικής καταγωγής, είμαστε αντίθετοι με την άποψη αυτή. Όχι επειδή όπως λέγεται ο αποκλεισμός των χριστιανών δασκάλων από το τουρκόφωνο πρόγραμμα αποτελεί την εγγύηση για την μειονότητα ότι τα τουρκικά θα διδάσκονται μόνο από μειονοτικούς εκπαιδευτικούς. Για καθαρά παιδαγωγικούς σκοπούς θεωρούμε ότι η κάθε γλώσσα, τουρκική ή ελληνική, πρέπει να διδάσκεται στους μαθητές από εκπαιδευτικούς που την έχουν ως μητρική γλώσσα. Σε ό,τι δε αφορά την δημιουργία του Διδασκαλείου στην Αλεξανδρούπολη, επίσης απαντά σε αίτημα του Συλλόγου, καθώς οι απόφοιτοι θα έχουν πλήρη και κατοχυρωμένα επαγγελματικά δικαιώματα δασκάλων και πανεπιστημιακό πτυχίο τετραετούς φοίτησης αναγνωρισμένο κανονικά στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, όπως όλα τα υπόλοιπα πτυχία της χώρας μας. Στο σημείο αυτό, βεβαίως επισημαίνουμε ότι δικαίωμα συμμετοχής στο Διδασκαλείο θα πρέπει να έχουν και οι απόφοιτοι Παιδαγωγικών Τμημάτων της αλλοδαπής, εφόσον κατάγονται από την Μειονότητα της Θράκης και εφόσον το πτυχίο τους έχει αναγνωρισθεί από το ΔΟΑΤΑΠ ως αντίστοιχο των Παιδαγωγικών Τμημάτων Δημοτικής Εκπαίδευσης της ημεδαπής.
Εν κατακλείδι, αξιότιμε κύριε Υπουργέ, η αναβάθμιση και η πλήρης «κανονικοποίηση» της Μειονοτικής Εκπαίδευσης απαιτεί γενναίες αποφάσεις και αρμονική συνεργασία όλων των εμπλεκόμενων φορέων και προσώπων. Με την διαρκή απόρριψη κάθε προσπάθειας δεν πρόκειται να επιτευχθεί τίποτα, ιδιαίτερα όταν οι αντιδράσεις γίνονται χωρίς ξεκάθαρη-πειστική επιχειρηματολογία και υπό το πρίσμα του φόβου διατάραξης της υπάρχουσας καθεστηκυίας τάξης. Με υπογραφές και αποστολές έωλων και αφοριστικών καταγγελιών δεν επιτυγχάνεται τίποτε. Με άνευ επιχειρημάτων κραυγές δεν ασκείται η πολιτική αλλά ούτε και ο συνδικαλισμός στην εκπαίδευση. Ως εκ τούτου, ελπίζουμε η νέα ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας να διατηρήσει τις θεσμικές αλλαγές που επήλθαν, όπως και τα πρόσωπα που συνέβαλαν σε αυτές, υπό την μοναδική ανάγκη της διαρκούς αναβάθμισης της Μειονοτικής Εκπαίδευσης, χωρίς να επηρεάζεται από τον αναχρονιστικό τρόπο σκέψης ορισμένων»