Επιστροφή.... στο παρελθόν όσον αφορά την πορεία των μισθών και της ανεργίας δείχνουν τα στοιχεία της ετήσιας έκθεσης του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ.
Αρκεί να αναφερθεί πως η ανεργία στο τέλος του έτους θα είναι 29% με 30% και θα αγγίξει τα επίπεδα του 1961, ενώ τον επόμενο χρόνο θα εκτιναχτεί στο 31,5%.
Σε... ελεύθερη πτώση είναι και η αγοραστική δύναμη των μισθωτών, που το 2014 θα έχει υποχωρήσει κατά 50% σε σχέση με το 2009. Μέσα σε αυτό το διάστημα οι απώλειες που είχαν μισθωτοί και αυτοαπασχολούμενοι -από περικοπές στις αποδοχές, αύξηση της φορολογίας κ.ά.- υπολογίζονται σε 41 δισ. ευρώ.
Τα κυριότερα συμπεράσματα της έκθεσης του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ είναι τα εξής:
Την τετραετία 2010-2013 οι μέσες ονομαστικές αποδοχές ανά απασχολούμενο μειώθηκαν κατά 16,3% έναντι του 2009 υπό την πίεση της ανεργίας και των διαρθρωτικών αλλαγών στην αγορά εργασίας. Η παραγωγικότητα της εργασίας μειώθηκε κατά 2,6% εξαιτίας της μείωσης του βαθμού χρησιμοποίησης του παραγωγικού δυναμικού. Ως αποτέλεσμα, το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος, που είναι ο λόγος τους, μειώθηκε κατά 13,9%.
Η πτώση της εγχώριας ζήτησης από το 2009 και μετά είναι δραματική και ανήλθε συνολικά σε 31,3%. Το επίπεδο της εγχώριας ζήτησης έχει πλέον επιστρέψει 14 χρόνια πριν, στο επίπεδο του 1999.
Η σωρευτική μείωση του ΑΕΠ για τα έξι έτη ύφεσης (2008-2013), συγκρινόμενη με την αντίστοιχη μεταβολή στις 36 πιο προηγμένες χώρες του κόσμου, ανέρχεται σε περίπου 25%. Η πραγματική απόκλιση της ελληνικής οικονομίας από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ενωσης έχει ήδη ακυρώσει την πορεία πραγματικής σύγκλισης που είχε πραγματοποιηθεί κατά τα έτη 1995-2007.
Κατά την εξαετή περίοδο της ύφεσης (2008-2013), η μείωση του όγκου της παραγωγής κατά 23,5% συνοδεύτηκε από μείωση της απασχόλησης 18,2%.
Οι μέσες ετήσιες αποδοχές ανά απασχολούμενο στην Ελλάδα ήταν μικρότερες από αυτές της Σλοβενίας και της Κύπρου (όπου επίσης έχει μειωθεί ο πραγματικός μισθός). Ανέρχονταν σε 22.325 ευρώ έναντι περίπου 34.000 στην Ισπανία, 38.000 στη Γερμανία, 49.000 στη Γαλλία και 45.000 στην Ιρλανδία.
Ο κατώτατος μισθός στην Ελλάδα σε μονάδες αγοραστικής δύναμης κατρακυλά στην κατάταξη των είκοσι χωρών από την έβδομη στη δέκατη θέση και είναι πλέον -με εξαίρεση την Πορτογαλία- χαμηλότερος σε όρους αγοραστικής δύναμης από τον αντίστοιχο μισθό της Ισπανίας, της Μάλτας και της Σλοβενίας.
Κατά την περίοδο της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα (2009- 2012) η ανασφάλιστη και αδήλωτη εργασία παρουσιάζει σημαντική αύξηση, το ποσοστό της οποίας υπερβαίνει (2012) το 36%.
Κατά την ίδια περίοδο πενταπλασιάσθηκε η αύξηση των επιχειρησιακών συμβάσεων εργασίας (από 238 το 2010 σε 976 το 2012) από τις οποίες το 72,6% υπογράφεται με ενώσεις προσώπων και μόνο το 17,4% υπογράφεται από επιχειρησιακά σωματεία.
Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ, η «επαναφορά» του κατώτατου μισθού από τα 586 στα 751 ευρώ θα συμβάλει κατά τον πρώτο χρόνο σε αύξηση της εγχώριας ζήτησης κατά 0,75%, του ΑΕΠ κατά 0,5% και της απασχόλησης κατά 7.000 νέες θέσεις εργασίας.
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΟΚΚΑΛΙΑΡΗ
Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.
ethnos.gr