Με τη Λερναία Ύδρα αλλά χωρίς Ηρακλή μοιάζουν όλα όσα φέρνει στο φως το τελευταίο διάστημα η δικαστική έρευνα για τις υποθέσεις των σκανδάλων.
Μόλις αποκαλύπτεται μια υπόθεση, μια άλλη έρχεται να σκεπάσει την προηγούμενη και μια τρίτη επιχειρεί να καλύψει και τις δύο. Έτσι, από το επιδοτούμενο σαλέ του Μ. Λιάπη, φθάσαμε στο σκάνδαλο των εξοπλισμών και από εκεί στα «θαλασσοδάνεια» του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου.
Και όπως αναφέρει ο συνάδελφος Γιάννης Κουτσοκώστας, στο protagon.gr, «πρόκειται ασφαλώς για καραμπινάτα σκάνδαλα, που -κατά κάποιο τρόπο- αποκαλύπτουν τα βασικά αίτια της σύγχρονης ελληνικής τραγωδίας, σκιαγραφούν -κάθε ένα ξεχωριστά αλλά και όλα μαζί- το μέγεθος της λεηλασίας του δημοσίου πλούτου και περιγράφουν τον τρόπο με τον οποίο η πολιτικο-οικονομική διαπλοκή οδήγησε μια ολόκληρη χώρα και έναν λαό στην καταστροφή». Και συνεχίζει για το μέγεθος και την σημασία της υπόθεσης, κάτι που μας ξέφυγε μέσα στον γενικό χαμό των αποκαλύψεων. Προσθέτει δε το στοιχείο που θα μπορούσε να αποπροσανατολίσει τις έρευνες.
«Είναι ίσως η πρώτη φορά, που υποθέσεις διαφθοράς οδηγούνται στον ανακριτή με στοιχεία, διευθύνσεις και ονόματα. Που αγγίζουν συγκεκριμένα πρόσωπα και αξιωματούχους των κυβερνήσεων Κ. Καραμανλή και Γ. Παπανδρέου. Είναι η πρώτη φορά, που διώκονται και συλλαμβάνονται μεγαλοεπιχειρηματίας-καναλάρχης, goldenboy και άλλοι τραπεζικοί και οικονομικοί παράγοντες. Κυρίως είναι η πρώτη φορά που η ίδια η Δικαιοσύνη εμφανίζεται αποφασισμένη να βάλει βαθιά το μαχαίρι στο κόκαλο και να μην επιτρέψει μαζί με τους Ξηρούς να καεί και η ευκαιρία της κάθαρσης.
Μπορεί να το κάνει αν αφεθεί ανεπηρέαστη στο έργο της. Αλλά και αν όλοι εμείς οι άλλοι αποφύγουμε τον κίνδυνο της σουπιάς. Αν δεν χαθούμε δηλαδή στο… μελάνι, που αφήνουν πίσω τους αυτές οι υποθέσεις αλλά και οι κάθε είδους Ξηροί, Χρυσαυγίτες και Τατσόπουλοι, που θολώσουν τα νερά και στρέφουν αλλού το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης. Και αν συνειδητοποιήσουμε ότι για να έχει μέλλον αυτή η χώρα πρέπει να τη θωρακίσουμε με νόμους, κανόνες και αρχές, που θα ισχύουν για όλους και θα εφαρμόζονται από όλους. Είτε έχουν παχύ είτε ισχνό πορτοφόλι. Με αυτή την έννοια η πάταξη της ανομίας, η παραδειγματική τιμωρία όσων λεηλάτησαν τον δημόσιο πλούτο της χώρας αλλά και η επιστροφή των κλοπιμαίων είναι αίτημα εθνικών διαστάσεων. Ξεπερνά τις διαθέσεις της κυβέρνησης και τις επιδιώξεις της αντιπολίτευσης. Αφορά ολόκληρη την κοινωνία και ενδιαφέρει πλούσιους και φτωχούς, άνεργους και επιχειρηματίες. Γιατί τι δείχνει για παράδειγμα η υπόθεση με τα «θαλασσοδάνεια» του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου;
Δείχνει ότι τα δάνεια αυτά, που πήγαν σε προσωπικούς λογαριασμούς και offshore εταιρίες, ουσιαστικά αφαιρέθηκαν από τα ταμεία υγιών επιχειρήσεων, που παλεύουν να επιβιώσουν σε συνθήκες ασφυξίας από την έλλειψη ρευστότητας στην αγορά. Δείχνει ακόμα ότι τα δάνεια αυτά, που οι επιχειρηματίες τα έγραψαν στο χιόνι, τα πληρώνουν οι Έλληνες πολίτες μέσω της επιβάρυνσης που επιμερίζεται στον καθένα από το κόστος της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών. Δείχνει δηλαδή ότι ένας άνεργος χρηματοδοτεί εμμέσως τον κάθε επιχειρηματία για το θαλασσοδάνειο, που του χορήγησε ο κάθε Φιλιππίδης. Και αυτό ούτε δίκαιο είναι, ούτε μπορεί να γίνει ανεκτό».
Εντωμεταξύ, για να μη ξεχνιόμαστε, το 2008, το 2009, το 2010, το 2011 (τα δύο τελευταία χρόνια του Καραμανλή και τα δύο πρώτα του Παπανδρέου), 54.000 Έλληνες έβγαλαν έξω, δεκάδες δισεκατομμύρια. Στη αρχή διαδόθηκε ότι ο επικεφαλής του ΣΔΟΕ είπε 54, μετά – αργά την νύχτα – τα κατέβασαν στα 22, μετά εξήγησαν ότι τα 22 είναι αυτά τα οποία δεν «δικαιολογούνται» από τις φορολογικές δηλώσεις των κατόχων τους, ενώ αυτά που συνολικά έφυγαν είναι άγνωστα. Ίσως 30, ίσως 70, ίσως 90. Για δισεκατομμύρια μιλάμε πάντα.
Επίσης μόνο η λίστα Λαγκάρντ «κρύβει» 2.2 δισ. ευρώ (και αφορά τις καταθέσεις μόνο σε μία τράπεζα - την HSBC της Ελβετίας - και «συναλλαγές» μέχρι το 2007 – εποχές δηλαδή που κανείς δεν είχε λόγο να βγάλει τα λεφτά του από την Ελλάδα... και όμως τα έβγαλε). Και αυτό είναι που πρέπει να απασχολήσει κάποια στιγμή την παιδική χαρά των ελλήνων πολιτικών.
Όπως καταλαβαίνετε, λεφτά υπήρχαν πάρα πολλά, υπάρχουν και σήμερα, αρκεί να τα βρούμε και να τα βάλουμε στα ταμεία του κράτους. Και να τα χρησιμοποιήσουμε για κοινωνικούς σκοπούς και όχι για συμπλήρωμα σε μισθούς και συντάξεις. Καλύτερα να λειτουργούν παιδικοί σταθμοί παρά να αυξήσουν οι γονείς κατά 50 ευρώ το ετήσιο εισόδημα τους.