Με το που μπήκε η άνοιξη μαζί με τα αποδημητικά κατέφθασαν και τα «παιδιά της δυστυχίας». Τα χελιδόνια ήρθαν από τις ζούγκλες της Αφρικής αναζητώντας τροφή στο ζεστότερο βόρειο ημισφαίριο. Τα παιδιά κατέβηκαν από τον βορρά, όχι πολύ μακριά μας, από τη Βουλγαρία, τη Ρουμανία και την Αλβανία. Ταξίδεψαν όχι στα φτερά πελαργών όπως τα πουλιά, αλλά στοιβαγμένα σε βανάκια και ημιφορτηγά, με προορισμό τη Θεσσαλονίκη κυρίως, αλλά και ευρύτερα τη Βόρεια Ελλάδα και την Περιφέρεια ΑΜΘ.
Εκεί εφορμούν στους κάδους σκουπιδιών, στέκονται στα φανάρια, ξαπλώνουν ρακένδυτα και ξυπόλυτα στα πεζοδρόμια, εισβάλλουν ακόμα και σε...νεκροταφεία προς αναζήτηση μεροκάματου, που υποχρεώνονται συνήθως να παραδώσουν στους «προστάτες», τα μέλη δηλαδή συμμοριών που τα μεταφέρουν και τα αναπτύσσουν προς εκμετάλλευση σε επίκαιρα σημεία, ή και των ίδιων των γονέων τους.
Η κ. Βαλμπόνα Χυστούνα είναι υπεύθυνη για λογαριασμό της ΜΚΟ «ΑΡΣΙΣ», για ένα πρόγραμμα που τρέχει με ευθύνη της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας-Θράκης και τη συμμετοχή της επίσης μη κυβερνητικής οργάνωσης ΣΤΗΡΙΞΗ, μεταξύ Ελλάδας και Βουλγαρίας, στο πλαίσιο του διασυνοριακού INTEREG 4, με την επωνυμία «προστασία ανηλίκων σε κίνδυνο». Οπως εξηγεί στην «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ», στη Θεσσαλονίκη η πλειονότητα των προς εκμετάλλευση ανηλίκων προέρχεται από τη Βουλγαρία και την Αλβανία, ενώ στην Αθήνα τα κυκλώματα διοχετεύουν παιδιά από τη Ρουμανία και την Αλβανία.
«Στις περισσότερες περιπτώσεις έχουν συνοδευτικά έγγραφα που όμως η γνησιότητά τους δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί. Ανεξαρτήτως όμως αυτού, όλα τους είναι παιδιά που μεταφέρονται προς εκμετάλλευση, κάποιοι βγάζουν λεφτά από την εργασία τους», τονίζει.
Πόσα είναι αυτά τα παιδιά-σκλάβοι; Αγνωστος, ο ακριβής αριθμός τους και ούτε μπορεί να υπάρξει αναλυτική καταγραφή. «Μόνο το 2014 καταγράφηκαν 317 τέτοια παιδιά στην πόλη της Θεσσαλονίκης και ήταν όλα τους από τη Βουλγαρία» αναφέρει η κ. Χυστούνα.
Δεν χρειάζεται όμως ν’ αρχίσει να μετράει κανείς για να αντιληφθεί την έκταση του φαινόμενου. Αρκεί να στηθεί μια Κυριακή στην είσοδο μερικών ναών της πόλης για να δει παιδάκια, ή και ηλικιωμένους Βούλγαρους, Ρουμάνους και Αλβανούς ζητιάνους με κρεμασμένα στον λαιμό τα χαρτονάκια «Πείναω» να γυρεύουν ελεημοσύνη ή να βουτάνε στους κάδους απορριμμάτων. «Τώρα δεν τα πηγαίνουν στα φανάρια. Τα βάζουν να ψάχνουν στους κάδους για σκουπίδια από αλουμίνιο, πηγαίνουν έξω από εκκλησίες και σχολεία για να προκαλέσουν τον οίκτο των πιστών και των γονέων των μαθητών. Οι πιο αποδοτικές ηλικίες, αυτές δηλαδή που αποφέρουν τα περισσότερα λεφτά, είναι από πέντε έως δώδεκα χρόνων», τονίζει.