Η έμφαση δόθηκε και πάλι στο περιτύλιγμα, όχι στο περιεχόμενο

Η έμφαση δόθηκε και πάλι στο περιτύλιγμα, όχι στο περιεχόμενο

20152001-vimatizontas

Μονοπώλησε τον «διάλογο» στην προεκλογική συζήτηση το αν θα βγούμε ή όχι από το ευρώ και το αν θα «κουρέψουμε» το χρέος. Ούτε λέξη για το πώς η χώρα θα παράγει νέο πλούτο ώστε να αυξηθούν τα εισοδήματα των πολιτών και τα έσοδα του κράτους. Και φυσικά, παράγοντας νέο πλούτο, από την μια δεν χρειάζεται να μιλάμε για πιθανή έξοδο από το ευρώ, ενώ θα πληρώνουμε με μεγαλύτερη ευκολία το χρέος.

Ακόμη και στα ψήγματα διαλόγου για τα εισοδήματα, η συζήτηση περιστράφηκε αποκλειστικά στην φορολόγηση. Αν θα αυξήσουμε το εισόδημα πληρώνοντας λιγότερους φόρους και όχι αν θα έχουμε αυξημένο εισόδημα, ακόμη και αν πληρώνουμε τους ίδιους φόρους.

Είναι προφανές ότι στην μια περίπτωση έχουμε αερολογίες, κοινώς, αέρα κοπανιστό και στην άλλη, σοβαρό πολιτικό λόγο με ρεαλιστικές αναπτυξιακές προτάσεις. Το πολιτικό προσωπικό τη χώρας, γνωρίζει να κάνει καλό το πρώτο, αγνοεί παντελώς το δεύτερο.

Και όπως σημειώνει στη Ναυτεμπορική ο Χρήστος Δόγας, για άλλη μια φορά σε προεκλογική περίοδο, οι πολιτικοί αρχηγοί «δεν κατάφεραν να κάνουν το αυτονόητο: Να καθίσουν σε ένα τραπέζι και να συζητήσουν γύρω από τα ουσιαστικά και φλέγοντα προβλήματα της χώρας. Και δεν εννοούμε με τη μορφή «debate», στα οποία οι εκάστοτε αρχηγοί επιδίδονται σε παράλληλους μονολόγους υπό την ασφυκτική πίεση του χρόνου, αλλά με την κλασική έννοια του διαλόγου, που τείνει πλέον να περάσει ανεπιστρεπτί στην Ιστορία».

Παρατίθεται κατωτέρω συνολικά το σημείωμα του συναδέλφου:

«H κρισιμότητα της επικείμενης εκλογικής αναμέτρησης επέβαλλε τουλάχιστον αυτή τη φορά οι πολιτικοί ηγέτες να παραμερίσουν τις προσωπικές τους διαφορές και να αναμετρηθούν με συγκεκριμένα επιχειρήματα για την αποτελεσματικότητα των προγραμμάτων τους, να αναδείξουν μέσα από το διάλογο ποιες λύσεις είναι οι πιο κατάλληλες για τα πιεστικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η οικονομία και να δώσουν σαφείς απαντήσεις στα ερωτήματα τα οποία ούτως ή άλλως θα κληθούν να απαντήσουν μόλις κλείσουν οι κάλπες. Να κριθούν και να αξιολογηθούν όχι μόνο για τις ιδέες τους, αλλά και για τον τρόπο με τον οποίο συζητούν.

Αντ’ αυτού, για άλλη μία φορά, ο ορθός λόγος εξοβελίστηκε και η αντιπαράθεση έμεινε στο επίπεδο των εντυπώσεων: Ο γνωστός και καθιερωμένος πόλεμος ανακοινώσεων, προεκλογικά σποτ, υποσχέσεις, προσωπικές επιθέσεις και ανούσιες διαδικτυακές αντιπαραθέσεις, που συσκοτίζουν αντί να διαφωτίζουν.

Η έμφαση δόθηκε και πάλι στο περιτύλιγμα, όχι στο περιεχόμενο. Το μόνο που αλλάζει στην εκάστοτε εκλογική αναμέτρηση είναι τα μέσα τα οποία επιλέγουν τα κομματικά επιτελεία προκειμένου να εντυπωσιάσουν, απευθυνόμενα σταθερά στο θυμικό και όχι στη λογική των ψηφοφόρων. Οι πλαστικές σημαίες, οι ογκώδεις συγκεντρώσεις και οι κόρνες μετεξελίχθηκαν σε κυνήγι εντυπώσεων στην τηλεόραση και το Διαδίκτυο. Εχουμε φτάσει στο σημείο να θεωρείται σχεδόν φυσικό και αυτονόητο οι συζητήσεις μεταξύ των ψηφοφόρων να μην αφορούν την επιχειρηματολογία και τις θέσεις των κομμάτων, αλλά το ποιος έκανε το καλύτερο και το πιο έξυπνο προεκλογικό σποτ, ποια είναι η ιστορία των εκάστοτε πρωταγωνιστών που συμμετείχαν σε αυτά και ποιος είπε την καλύτερη «ατάκα» στο twitter και στο facebook, στα οποία ξημεροβραδιάζονται πολλοί υποψήφιοι βουλευτές. Ολα για το θεαθήναι, με τη λογική και τον ρεαλισμό να έχουν εξοριστεί.

Εάν συνεχιστεί με τον ίδιο ρυθμό η κατάπτωση του πολιτικού λόγου, στις επόμενες εκλογές -όχι στο πολύ μακρινό μέλλον- η πολιτική αντιπαράθεση ενδεχομένως να διεξάγεται όχι με «τιτιβίσματα», αλλά με άναρθρες κραυγές, ή ακόμη και με χειρονομίες».